-
1 заявка
η αίτηση, το αίτημα, η απαίτηση, η παράκλησηвозобновлять - ку ανανεώνω την προσφορά, дата подачи - ки η ημερομηνία εγγραφήςдата представления - ки на участие в торгах η ημερομηνία καταχώρισης της προσφοράς για συμμετοχή στο διαγωνισμόделать - ку δίνω/κάνω την προσφοράподатель - ки ο προσκομίζων/αιτών της προ-σφοράς/αίτησηςсрок подачи - ки η διορία/προθεσμία της προσφοράς- на визу - για άδεια εισόδου/βίζα (ξεν.)- на участие в торгах - για συμμετοχή στο διαγωνισμό (γιαπρομήθεια εμπορευμάτων ή εκτέλεσηέργων)письменная - γραπτή -, предварительная - προκαταρκτική -Русско-греческий словарь научных и технических терминов > заявка
-
2 высохнуть
см. высыхать. выставить см. выставлять. выставк{}а{} 1. (установка показаний прибора, выходного сигнала и т.п.) η ρύθμιση 2.(показ) η έκθεσ/ηрекламировать товары на - е διαφημίζω τα προϊόντα/εμπορεύματα στην -участвовать в - е παίρνω μέρος στην -, συμμετέχω στην -Русско-греческий словарь научных и технических терминов > высохнуть